Saturday, March 4, 2023

Φίλοι άσπονδοι

Αγαπητό Ημερολόγιο,

πριν ξεκινήσω κι εγώ ν' αραδιάζω τα δικά μου περί Φροντιστηρίων, με τη γνώριμη συναισθηματική φόρτιση, θα ήταν καλό ν' αφουγκραστούμε πρώτα κι ετούτον τον ευγενή συνάδελφο, ο οποίος παραθέτει σεμνά και δομημένα μια νηφάλια πλευρά της πραγματικότητας. Αξίζει τον κόπο, καθώς συχνά εμείς οι ρομαντικοί κάνουμε περισσότερο θόρυβο απ' όσο αξίζει μια περίσταση, κρίνοντας μάλλον με βάση τις ορμόνες μας, παρά με βάση τα δεδομένα που έχουμε ν' αντιμετωπίσουμε.

Βέβαια, να πω και τούτο, πως ένας μεγάλος όγκος της παιδαγωγικής και διδακτικής παραγωγής -αυτής τουλάχιστον που έχει υποπέσει στην αντίληψή μου- άλλο δεν κάνει παρά να επισημαίνει το προφανές και το ευνόητο. Διαφέρει κυρίως στο πώς: το κάνει (και οφείλει, φυσικά, να το κάνει) με λόγο διαυγή, νηφάλιο κι επιστημονικό, συνεπικουρούμενο από τις απαραίτητες παραπομπές και ένα κάποιο ερευνητικό υπόβαθρο. Με λόγο, δηλαδή, περισσότερο συνεπή κι οργανωμένο απ' την υποκειμενική εμπειρία του καθενός (και φυσικά τις προκαταλήψεις). Προσωπικά, μετά από κάποια σελίδα βαριέμαι θανάσιμα. Δε χρειάζεται, να πούμε, να διαβάσει κανείς Vytgotsky για να συνειδητοποιήσει πως υπάρχει κάποια «ζώνη επικείμενης ανάπτυξης», απλά μαθαίνει πως έχουν δοθεί κι επίσημα ονόματα σε όσα ρητά ή υπόρρητα αντιμετωπίζει μέσα σε μια αίθουσα γεμάτη ζωντανά πλάσματα. Κι ακόμη-ακόμη, προσωπικά λίγο μ' ενδιαφέρει (σχήμα λόγου) αν ο μέσος έφηβος αποκτά μια άλφα ικανότητα στα 14 ή στα 17, καθώς ο παιδαγωγός in vivo αντίς για vitro δε λειτουργεί στην τάξη του με μέσους όρους -τούτα είναι για τους ερευνητές- αλλά με συγκεκριμένα άτομα, με συγκεκριμένες ανάγκες, σε συγκεκριμένο περιβάλλον. Γι' αυτό όλοι και όλες (σχήμα λόγου πάλι) καταλήγουμε στα ψυχοφάρμακα. Γιατί δεν εργαζόμαστε με μέσους όρους, να 'χουμε το κεφάλι μας ήσυχο. Έτσι, λοιπόν, αν και διψούμε για κάτι καινούργιο και ρηξικέλευθο -δίχως να 'μαστε συχνά και ικανοί ή ώριμοι για τούτο- συνήθως αντηχούν στ' αυτιά μας οι ίδιες και οι ίδιες κουβέντες, αφήνοντας μόνο τη χαρά μιας κάποιας επίγευσης, η οποία οφείλεται λιγότερο στο περιεχόμενο του λόγου και περισσότερο στο ήθος ή το πάθος του φορέα του.

Έτσι και ο παρακάτω συνάδελφος Ανδρέας Κουλούρης, διαποτίζει τον ακροατή με τον ήρεμο λόγο του, εμπνέοντας ένα συναίσθημα ασφάλειας κι εμπιστοσύνης, κάνοντας και τα πιο δύσκολα να φαίνονται απλά, δίχως παρόλα αυτά ν' απαξιώνει τίποτα. Άνθρωποι με περισσότερο αγχώδεις ψυχισμούς (ή νόες) συχνά αποτυγχάνουν να πειθαρχήσουν σε αυτή την ηρεμία και ειδικά στο δυναμικό περιβάλλον μιας ζωντανής τάξης ή της τρέχουσας ύλης. Οφείλουν, ωστόσο, τα προηγούμενα (ψυχραιμία, υπομονή, εμπιστοσύνη) να είναι απαραίτητες αρετές κάθε υπεύθυνου δασκάλου. Οι αντίθετες φυσικές ροπές πολλών από εμάς προς το άγχος και την αταξία δημιουργούν επιπρόσθετα βάρη και αγωνίες, τόσο κατά την ενεργό διδασκαλία, όσο και στην «απόσταση» της κατ' οίκον προετοιμασίας και οργάνωσης, με συνέπεια να φαντάζουν βουνό προβλήματα δίχως πολύ μεγάλο ύψος και «τραγικά» αδιέξοδα μονοπάτια που είναι απλά στενωποί, παρά αδιέξοδα καθαυτά. Ή μήπως όχι;

Μου γράφει (πολύ σωστά) ο συνάδελφος Ανδρέας, στα σχόλια:

«Οι πανελλαδικές κατά τη γνώμη μου είναι ένας στόχος που απαιτεί μακροχρόνια προσπάθεια, χρειάζεται σταθερότητα και πρόγραμμα κάθε εβδομάδα, δεν χρειάζεται ο μαθητής να πιεστεί υπερβολικά αυτή την εβδομάδα γιατί την επόμενη θα είναι κουρασμένος, χρειάζεται έναν σταθερό ρυθμό, τον δικό του ρυθμό μελέτης και μάθησης, χωρίς εξάρσεις. Αφού εργαστεί σταθερά όλο τον χρόνο στο τέλος στις εξετάσεις με ψυχραιμία θα γράψει όσα ξέρει και θα έχει κάνει έτσι το καλύτερο δυνατό για τον ίδιο. Αν βασανίζεται με το άγχος όλο τον χρόνο δεν θα μπορέσει να αποδώσει τόσο, όσο αν η προσπάθειά του είναι σταθερή.»

Κι ωστόσο, όταν δεν ξυπνά κανείς απ' το πλευρό τη Δημόσιας Εκπαίδευσης, αλλά από το «αντίπαλο», η πραγματικότητα αναπλάθεται κατά τι παραμορφωτικά. Γιατί υπάρχουν διάφοροι λόγοι -κατά τη γνώμη μου- ενδογενείς της φύσης του Φροντιστηρίου που συνάδουν μόνο κατά τα φαινόμενα (δηλαδή στα λόγια) με τα παραπάνω. Όταν κατ' ουσία και στην πράξη, ένα σωρό Φροντιστήρια λειτουργούν σε ανησυχητικό βαθμό καταστροφικά κι αντίθετα προς τις αρχικές τους διατάξεις: μαζικά, πιεστικά, μηχανιστικά, ενοχοποιητικά. Εδώ ο πήχης δεν τίθεται σε συμφωνία με τις δυνατότητες κάθε μαθήτριας ή μαθητή, αλλά σε συμφωνία με τις δυνατότητες και τις παροχές του κάθε ανταγωνιστή, ο οποίος «χτυπάει» την αγορά στις παρακείμενες γειτονιές ή τους προσκείμενους Δήμους. Δεν έχει, για παράδειγμα, καμία σημασία αν είναι αποτελεσματικό να γράφει κανείς δύο διαγωνίσματα την εβδομάδα στο ίδιο μάθημα ή κάθε εβδομάδα ή τη Μεγάλη Εβδομάδα, δεν στηρίζεται σε καμία παιδαγωγική πρόταση, σε κανένα ερευνητικό δεδομένο, ούτε καν σε κάποιο εμπειρικό. Τουναντίον, πλουσιοτάτη εστί η βιβλιογραφία ήτις προτρέπει προς το ακριβώς αντίθετο, αποτρέποντας τον παιδαγωγό απ' το να τσαλαβουτάει με τις βρωμοποδάρες του στους μαθητικούς εγκεφάλους και τους ψυχισμούς. Παρόλα αυτά, εκείνο που έχει σημασία για τη σύγχρονη και «πετυχημένη» βιομηχανία είναι να γράφει κανείς τόσα ή περισσότερα διαγωνίσματα απ' όσα προκηρύσσει ο ανταγωνισμός, η αγορά, η διαφήμιση. Φέξε μου και γλίστρησα, δηλαδή. Βέβαια -να το πούμε κι αυτό- μισή ντροπή δική τους κι άλλη μισή πολλών γονέων. Θα τα πούμε και για τούτους, άλλη στιγμή.

Δεν έχει σημασία να συνεχίσω περαιτέρω ένα μονόλογο. Αγαπητό Ημερολόγιο, σ' αφήνω ν' απολαύσεις τον καλό ομιλητή και συνάδελφο κι εμείς τα ξαναλέμε το συντομότερο δυνατό, με όσα σου έχω υποσχεθεί. Πάμε λοιπόν...

Τα Φροντιστήρια και τα Ιδιαίτερα Μαθήματα
ως Παράγοντας Σχεδιασμού της Διδασκαλίας στο Σχολείο


Nel Mezzo del Cammin di Nostra Vita (1)

Αγαπητό Ημερολόγιο,

Ο Κοσμοναύτης περνάει κρίση. Έτσι απλά. Χωρίς θαυμαστικά, δίχως εμφατικές περικοκλάδες ή φλυαρίες. Όμως, κρατά πολλά μέσα του. Δε γίνεται άλλο. Καιρός πια να ειπωθούν. Είπαμε για κρίση. Σε κάποιο βαθμό, πρόκειται για κρίση ηλικίας, δηλαδή, να πούμε κρίση ύπαρξης, κρίση σκοπών μα και καταγωγής. Φέτος σαράντα-εννιά. Ένα σεβαστό μέρος ζωής καταναλώθηκε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Πού στέκεται σήμερα ο Κοσμοναύτης, λοιπόν; τι περιμένει τον όποιον καιρό του απομένει –ακόμη λίγα χρόνια ή πάλι ίσαμε το αποψινό βράδυ;

Είναι επώδυνος ο όγκος των συναισθημάτων και των σκέψεων που στριμώχνονται να βρουν έκφραση, αλλά θα επιμείνουμε σ’ εκείνα μονάχα που στροβιλίζονται με κέντρο την παιδεία, τη διδασκαλία, τη διδακτική, πείτε το όπως προτιμάτε. Όπως κάποιοι ή κάποιες θα έχετε προσέξει, ο ιστότοπος έχει πάψει να ανανεώνεται και να υποστηρίζεται εδώ και χρόνια. Να το πούμε συγκεκριμένα: από τότε που ένα ισχαιμικό επεισόδιο χάραξε ένα καινούργιο πριν κι ένα μετά στην πορεία της ζωής μου. Σημασίες επανασημασιολογήθηκαν, αξιώματα απαξιώθηκαν και πάγια ξεπαγώσανε. Η υπομονή εξαντλήθηκε, μαζί μ’ εκείνο το ποσοστό νευρώνων που σάπισαν. Ζήτω η υπομονή.

Όπως και όσο βιοπορίστηκα ίσαμε σήμερα, γίνηκε απ’ τη σκοπιά του φροντιστηριακού εκπαιδευτικού και απ’ αυτό το μετερίζι διαμορφώθηκαν το βλέμμα και οι πνεύμονές μου. Συνεπώς, από την αφετήρια ετούτη θ’ αρχινήσω τους λόγους μου.

Από την πρώτη τάξη του Γυμνασίου, από τότε δηλαδή που θυμάμαι τον μετα-παιδικό εαυτό μου, και κατόπιν πατρικής συνταγής (τούτο δίχως την παραμικρή ειρωνία) το φροντιστήριο εντάχθηκε στην καθημερινότητά μου, αν όχι απαραίτητα ως κάτι αναγκαίο, τουλάχιστον ως κάτι «καλό να». «Να μη δημιουργούνται κενά» ήταν η συμβουλή πατρικού φίλου και δασκάλου. Κι έτσι, όταν πια δέκα χρόνους μετά τον αποχαιρετισμό των σχολικών θρανίων, αποφάσισα στο εξής να προσδιορίζω τον εαυτό μου ως καθηγητή Μαθηματικών της Δευτεροβάθμιας, η φροντιστηριακή πραγματικότητα ήταν ενταγμένη στη κοσμοθεώρησή μου με τον πιο φυσιολογικό και αδιαμφισβήτητο τρόπο. Η «σιγουριά» του Δημοσίου ήταν για μένα κενό γράμμα και χαλασμένη πυξίδα. Ειδικά όταν έπρεπε να συνδυαστεί με τμήματα 20 και 25 παιδιών, μεγέθη για τα οποία ούτε ήμουν, ούτε είμαι –ως ιδιοσυγκρασία- έτοιμος να αντιμετωπίσω και να διαχειριστώ. Στην πραγματικότητα, πιστεύω πως μόνον ελάχιστοι ή ελάχιστες είναι ικανοί για κάτι τέτοιο. Αλλά κι όσον αφορά τους διδακτικούς-παιδαγωγικούς σκοπούς και ήθος, δεν έβλεπα για ποιο λόγο δε θα μπορούσε κανείς να υπηρετήσει το ίδιο ακριβώς λειτούργημα, μέσα στις αίθουσες και μπρος στους πίνακες του ιδιωτικού τομέα.

Τι άλλαξε, όμως, από τότε; Άλλαξε ο κόσμος γύρω μας, αλλάξαμε κι εμείς μαζί του. Μεσολάβησε η τεράστια οικονομική και κοινωνική ανατροπή, στην οποία αναφερόμαστε συμπυκνωμένα ως «Κρίση», μεσολάβησε ένα εγκεφαλικό, μεσολάβησαν οι ενδοσκοπήσεις κι οι επαναπροσδιορισμοί των πρόσφατων lockdown, μεσολάβησαν 19 ολόκληρα χρόνια διδασκαλίας και, γιατί όχι, μεσολάβησε κι η παντελής παιδαγωγική τελμάτωση, πράγμα να πούμε ισοδύναμο με την οπισθοδρόμηση, όταν ο κόσμος κι οι πραγματικότητες σε ξεπερνούν με διασκελισμούς.

Βρίσκω στην περίπτωσή μου, μια κάποια ομοιότητα με τον ιερέα εκείνον που σηκώθηκε μια μέρα, συνειδητοποιώντας πως η πίστη του τον είχε εγκαταλείψει. Όχι από κάποιας μορφής απελπισία, μηδενισμό ή άλλη νοσηρότητα, αλλά γιατί συνειδητοποίησε μιαν άλλη πίστη, μια πίστη δυνατότερη από την προηγούμενη, που στην πραγματικότητα δεν ήταν καν πίστη, παρά αδήριτη βεβαιότητα για μια ζωή διαφορετική, μια ζωή μπροστά στην οποία ετούτη που ζούμε τώρα είναι ξεδιάντροπος θάνατος και μόνον. Τέτοιες ρήξεις προφανώς δεν εκρήγνυνται ως υπερκαινοφανείς από τη μια μέρα στην άλλη, παρά συσσωρεύονται το ένα κέλυφος πάνω στο προηγούμενο -όπως ακριβώς δηλαδή στους υπερκαινοφανείς. Κάποτε σκάνε, απλά και μόνο γιατί έφτασε η ώρα τους. Η αφορμή δεν έχει σημασία. Τις αφορμές, στο κάτω-κάτω, σα δεν έρχονται μονάχες τους, τη γεννά η ίδια η ανάγκη.

Συμβαίνει τώρα, αυτό το ετερόκλητο μωσαϊκό που αποκαλούμε Παιδεία -αν έχει δηλαδή απομείνει κάτι απ’ το νόημα της λέξης- να έχει υπερκορεσθεί με αδιέξοδα τέτοιας ολκής, ώστε με μια πρόχειρη προσέγγιση φαίνεται προτιμότερο να τινάξει κανείς τα πάντα στον αέρα και κατόπιν να τα χτίσει απ’ την αρχή. Σχήμα λόγου, θα μου πείτε και μην ξεθαρρεύουμε, καθώς είναι φόβος να κουτουλάμε την κεφάλα μας απ’ το ένα τετριμμένο αδιέξοδο στο άλλο: να φυτέψεις ένα νέο σχολείο, αγνό και παρθένο, μέσα σε μιαν κοινωνία που αποπνέει μούχλα και θάνατο, όπερ άτοπον.

Αλλά μην εστιάσουμε ακόμα σ’ ετούτα τα βαθιά και πνιγούμε στο πρώτο μας πλατσούρισμα. Ας σταθούμε μια στάλα, ας αναρωτηθούμε κάποτε τα προφανή. Περνάω στο προσωπικό ζητούμενο: ποιος είναι επιτέλους ο ρόλος, το ήθος κι οι σκοποί τους οποίους εξυπηρετεί στις μέρες μας ο ευρύτερος φροντιστηριακός χώρος, αυτός τον οποίο υπηρέτησα 19 ολόκληρα χρόνια ως καθηγητής και άλλα 6 νωρίτερα ως μαθητής, σύνολο 25; Δεν είναι και λίγα. Τι μπορεί να περιμένει κανείς, τι τολμά να απαιτήσει και τι να ονειρευτεί; Όχι σαν επιχειρηματίας, βέβαια, που μετρά κατά κεφαλές εισόδημα, αλλά σαν άνθρωπος που αγαπά και τιμά την ενασχόλησή του με το νου και τη σκέψη των νέων ανθρώπων και φυσικά τη δική του. Ήταν, λοιπόν, ανέκαθεν τα Φροντιστήρια χώροι τέτοιας βαθιάς νοσηρότητας ή μήπως τα ήσσονα σπυριά της εφηβείας κακοφόρμησαν κάποτε σε γάγγραινα, μαζί με τα υπόλοιπα δεινά των καιρών; Είναι χρεία να σταθούμε και ν’ αναρωτηθούμε, μήπως πολύ περισσότερο κι απ’ το ίδιο το δημόσιο σχολείο, το Φροντιστήριο στέκεται πλέον ο πιο ύπουλος απ’ τους εχθρούς μας, διαπράτωντας επανειλημμένα εκείνο ακριβώς το οποίο ισχυρίζεται πως θεραπεύει. Να προβληματιστούμε πρέπει για το ενδεχόμενο να διαιωνίζει αντί ν’ αμβλύνει τις αντιθέσεις και την άγνοια, να τρικλοποδίζει αντί να συβαστάζει εκείνον που το ‘χει αληθινά ανάγκη, να διογκώνει τα χάσματα και την αδυναμία, αντί να επιρρώνει και να χτίζει γέφυρες.

Να είμαι ξεκάθαρος, δε μιλώ στο παραμικρό για το ήθος των ανθρώπων που το στελεχώνουν –μισθωτούς ή εργοδότες- κι οι οποίοι (όχι όλοι αλλά μην εκτροχιαστούμε σε κουραστικά τετριμμένα) αφήνουν καθημερινά κάτι απ’ την ψυχή τους, εξανθρωπίζοντας όλες αυτές τις κακοφωτισμένες κι απρόσωπες αίθουσες κι οι οποιοι συχνά γνωρίζουν τα παιδιά και τις ανάγκες τους καλύτερα απ’ τους ίδιους τους γονείς τους. Μιλώ για το ήθος του θεσμού καθαυτού και για τις εκπτώσεις στις οποίες εκβιάζεται από την ίδια την επιχειρηματική του φύση, μέσα σ’ ένα οικονομικίστικο περιβάλλον που δεν ξέρει να συγχωρά και μια στενόχωρη κοινότητα που αρέσκεται να αναμασά τα δεσμά και τις σάρκες της. Ή μήπως όχι; Ή μήπως αυτή είναι απλά η σκέψη των οκνηρών και των φοβισμένων να φανταστούν, να σχεδιάσουν, ν' αποτολμήσουν την επόμενη μέρα;

Μέσα σ’ αυτό το αλαλούμ νοημάτων, λοιπόν, σ’ ετούτη την σύγχρονη Βαβυλωνία, στρέφει κάποτε κανείς το βλέμμα του απ’ τον πίνακα και αντικρύζει τίποτε περισσότερο ή λιγότερο από ένα νεκροταφείο βλεμμάτων και ψυχών. Μια ματαιότητα τόσο απάνθρωπη, ώστε μόνον κοροϊδεύοντας εαυτόν μπορεί να ανανεώνει πλέον τις δυνάμεις του, την κάθε μέρα που περνάει, ταΐζοντας ξανά και ξανά αυτόν το βωμό του παραλόγου με ανυπολόγιστες ανθρωποώρες πεταμένης ζωής. Αυτά τα υποκειμενικά, λοιπόν, σκεπτόμενος κι αδυνατώντας πια να βρίσκω σταθερό έδαφος για να πατώ, έλαβα την απόφαση, αφού δε μπορώ προς το παρόν ν’ αποτελώ μέρος μιας κάποιας λύσης, τουλάχιστον να μη συνεχίσω ν’ αποτελώ συνένοχο και μέρος του προβλήματος. Γιατί είχα πάντα και τούτο το πεισματικό αγκάθι: να ‘ναι ο βίος μου συνεπής με τη σκέψη μου, όσο δηλαδή το επιτρέπουν οι περιστάσεις και η αξιοπρέπειά μου.

Κι έτσι, ο Κοσμοναύτης από φέτος βάζει πια τέρμα σε τούτην τη διαδρομή των 19 συναπτών ετών κι όπου, αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, δεν έχει σκοπό να επιστρέψει ποτέ ξανά, παρά μόνον ίσως με μία προϋπόθεση: να μπορεί να υποβάλλει δικούς του όρους. Το ποιοι ακριβώς θα ‘ναι αυτοί οι τελευταίοι συνιστά αφορμή μιας άλλης συζήτησης, η οποία θ’ ακολουθήσει εδώ με την πρώτη ευκαιρία. Ποιο είναι λοιπόν αυτό το τέρας, ποια είναι αυτή η σχιζοφρένεια, τα οποία αρνούμαι πλέον να υπηρετήσω; Θα το αναπτύξουμε και τούτο, στη συνέχεια, σε όσες συναφείς αναρτήσεις ακολουθήσουν. Μέχρι τότε, καλέ αναγνώστη και καλό μου Ημερολόγιο, εύχομαι καλή συνέχεια κι όνειρα επαναστατικά, που λεν και κάτι γραφικά τυπάκια που βασανίζονται από τη χρόνια δυσπεψία του ρομαντικού. Γιατί είναι αλήθεια, πως υπάρχουν πάντα κι άλλες ζωές -ένα σωρό- συχνά καλύτερες από κείνη τη φθαρμένη που 'χουμε συνηθίσει. Αρκεί να τις επιθυμήσουμε.

If you're not prepared to be wrong ...

... you'll never come up with anything original !!

Τ' ακούς Ημερολόγιο; Τάδε έφη, αυτός ο εκπληκτικός άνθρωπος που μας άφησε πριν 3 χρόνια να τα βγάλουμε πέρα μοναχοί μας. Αυτές οι μετακομίσεις (ακόμα κι αν είναι εικονικές) σου δίνουν πάντα την ευκαιρία να ξεθάψεις μέρη του εαυτού σου που είχες σχεδόν ξεχάσει πως υπάρχουν. Ανακαλύπτεις εικόνες και συναισθήματα που τα θεωρούσες χαμένα για πάντα -ή ακόμα χειρότερα, που νόμιζες πως τα θυμάσαι, μα στην πραγματικότητα κουβαλούσες μόνον ένα κακέκτυπο μνήμης, ένα σκιάχτρο, ίσως ένα άλλοθι.

Κάθομαι, λοιπόν, και χαζεύω αυτόν τον χαρισματικό ομιλητή, ο οποίος αποδεικνύει ότι η ευφράδεια κι η σπιρτάδα δεν είναι αρετές που χρειάζεται να εγκλωβίζονται στη μονοδιάσταση (και συνήθη ρηχότητα) της stand up κόμεντης. Δυστυχώς, είναι μετρημένοι οι άνθρωποι με τούτο το ξεχωριστό τάλαντο ή, πάλι, μπορεί να αναλώνονται σε χώρους άσχετους, παράταιρους, ακόμα και αντίθετους προς την κοινωνία. Κάθομαι και τον χαζεύω και για κάποιο λόγο μου ήρθε στο μυαλό η Αθανασία, ετούτο το διαρκώς θυμωμένο πλάσμα, με το οποίο παλεύω δυο φορές την εβδομάδα να το κάνω να χωνέψει πώς χωρίζουμε γνωστούς από αγνώστους. Στην Γ΄ Γυμνασίου. Και θυμήθηκα για ποιους λόγους έχω σιχαθεί τη δημόσια εκπαίδευση, τουλάχιστον την υφιστάμενη, με την απάνθρωπη ισοπέδωση, την εγκληματική στειρότητα, την νεκρώσιμη τυπολατρεία. Και λέω μα (και) γι' αυτό τα παράτησα όλα, τι εξακολουθώ και κάνω εδώ χάμου; Γιατί εξακολουθώ να στριμώχνω τούτη την παιδική ψυχή σε ένα σωρό μικρούς εκβιασμούς; Δεν είναι αυτό το όραμα, δεν είναι αυτός ο οδηγός που έχω θέσει στη ζωή μου. Φτάσαμε, λοιπόν, εδώ που φτάσαμε. Τώρα τι κάνουμε, μου λες Ημερολόγιο; Τι κάνουμε τώρα, που με τόσο κόπο κερδίσαμε αυτή τη μικρή ελευθερία κι ίσως για λίγο; Εγκαταλείπουμε ή παλεύουμε συνεχίζοντας, αναζητώντας άλλες διαστάσεις διδακτικής φαντασίας ή τρέλας;

Ken Robinson λοιπόν ημερολόγιο, να μας θυμίζει για ποιο λόγο αγαπάμε αυτό το ιδιαίτερο βρετανικό ήθος (και την προφορά), το οποίο ανεξηγήτως πώς δεν κατάφερε τελικά να διατηρηθεί στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού. Όχι σ' αυτή τη μορφή, τουλάχιστον.

Friday, March 3, 2023

Αναδίπλωση Νο 2

Αγαπητό Ημερολόγιο,

όταν ο γραφιάς δεν έχει τίποτα να γράψει, περνά την ώρα του νοικοκυρεύοντας τα αναρίθμητα σημειωματάκια των περιθωρίων ή ξεσκονίζοντας τα ράφια του βιβλίο το βιβλίο. Μπορεί τούτο να μη μοιάζει διόλου σε δημιουργία, είναι ωστόσο (μάλλον, ορθότερα, είναι κάπου-κάπου αλλά όχι πάντα) ένας προθάλαμος δημιουργίας, μια ηλεκτρισμένη ανάσα λίγο πριν, ένα ανασκούμπωμα να πούμε κατά της μαγειρίας, όπου με το τελευταίο νοείται εδώ το αστείρευτο τραπέζι της ανθρώπινης νόησης. Όρεξη να 'χει κανείς να μασουλάει Δέσποτα. Με αυτά, κατά νου, και μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των πρόσφατων επαναπροσδιορισμών (Ημερολόγιο, θα σου μιλήσω γι' αυτά σε ξεχωριστή ανάρτηση, σύντομα) έλαβα την απόφαση να καταργήσω το αδελφό ιστολόγιο «Μια στο Παιδί και μια στο Πέταλο», απορροφώντας το σιγά-σιγά εδώ. Αμαρτία να κάθομαι να τα λέω 'κει χάμου μοναχός μου, καλό Ημερολόγιο, όταν μπορώ να τα μοιράζομαι όλα εδώ με το γλυκό μου φίλο. Γιατί δεν ήταν ποτέ ξέχωρη η παιδαγωγική πλευρά της ενασχόλησης, όλων εμάς που καθηγητέψαμε και μαθητέψαμε για τόσα χρόνια, από τη διδακτική. Ετούτη η διαίρεση, που είχα επιχειρήσει, ήταν σε κάποιο βαθμό τεχνητή κι εκβιασμένη, παρά ειλικρινής κι αυθόρμητη. Γέννημα θρέμμα κι αυτή μιας πληθωριστικής περιόδου, η οποία παρήγαγε βέβαια ένα σωρό παιδιά, τα περισσότερα από τα οποία ωστόσο -όπως κάθε πολύτεκνος που σέβεται τον εαυτό του- ελάχιστα κι ελάχιστα θήλασαν από γονεϊκή αγάπη. Ώστε, λοιπόν, θ' αρχίσω σταδιακά να μεταφέρω όλες τις αναρτήσεις που είχαν κάποια σημασία, εδώ, μία προς μία, ώσπου ν' αδειάσει παντελώς εκείνο το οικόπαιδο. Κι έπειτα θα κάνω μια με το ποντίκι μου και θα το ξενοικιάσω δια παντός, όπως κάθε ονειροπαρμένος αστούλης που νομίζει πως τώρα να, θα κλείσει επιτέλους τα χοντρά λογιστικά βιβλία και θα βγάλει εισητήρια για το Μαδράς, τη Σιγκαπούρ, τ' Αλγέρι και το Σφαξ. Τεσπά. Σ' αποχαιρετώ εδώ μ' εκείνο το συμπαθητικό (μα λίγο βαρετό στην εποχή ή την ηλικία μας, που 'ναι τα πάντα χιλιοειπωμένα) απόσπασμα του Κροπότκιν, το οποίο να πω την αλήθεια δε θυμάμαι από πού το μάζεψα -αν δηλαδή το αντέγραψα ο ίδιος από κάποιο βιβλίο μου ή το ξεπατίκωσα από κάποια γωνιά του διαδικτύου (κάτι που το καθιστά και λίγο αναξιόπιστο). Θα το κοιτάξω αργότερα. Προς το παρόν, Ημερολόγιο σε χαιρετώ. Τα ξαναλέμε σύντομα...

* * *

Προς τους Δασκάλους

Τι να πω, επίσης, στο δάσκαλο, όχι στον άνθρωπο εκείνο που θεωρεί το επάγγελμά του βαρετό, αλλά σε αυτόν ο οποίος, όταν περιβάλλεται από μια χαρούμενη παρέα νέων, αισθάνεται αγαλλίαση από τα εύθυμα πρόσωπα και το χαριτωμένο τους χαμόγελο. Σ’ εκείνους που προσπαθεί να φυτέψει στο μικρό τους κεφάλι τις ιδέες εκείνες του ανθρωπισμού που και ο ίδιος αγάπησε όταν ήταν νέος.

Συχνά σε βλέπω λυπημένο και ξέρω τι είναι εκείνο που σε κάνει να κατσουφιάζεις. Σήμερα ο πιο αγαπημένος σου μαθητής που, αλήθεια, δεν είναι και πολύ καλός στα Λατινικά, αλλά που, παρ’ όλα αυτά, διαθέτει μια θαυμάσια καρδιά, διηγούνταν με ενθουσιασμό την ιστορία του Γουλιέλμου Τέλλου. Τα μάτια του βούρκωσαν, φαινόταν σαν να ήθελα να μαχαιρώσει όλους τους τυράννους που υπήρξαν ποτέ. Απέδωσε με τέτοιο πάθος τους φλογερούς στίχους του Σίλερ:

« Μπροστά στο σκλάβο όταν σπάζει τα δεσμά του και όχι μπροστά στον ελεύθερο να τρέμεις ».

Αλλά όταν γύρισε σπίτι του, οι γονείς του και ο θείος του τον κατσάδιασαν άγρια για την έλλειψη σεβασμού που επέδειξε απέναντι στον υπουργό ή τον τοπικό χωροφύλακα. Τον έψελναν επί ώρες, μιλώντας του για «σύνεση, σεβασμό απέναντι στην εξουσία, υποταγή στους καλυτέρους του», ώσπου άφησε παράμερα το Σίλερ για να μελετήσει την τέχνη με την οποία θα προοδεύσει ο κόσμος.

Κι έπειτα, χθες ακόμα έμαθες ότι οι καλύτεροι μαθητές σου έχουν πάρει τον κακό δρόμο. Ο ένας δεν κάνει τίποτε άλλο από το ονειρεύεται τα γαλόνια του αξιωματικού, ο άλλος μαζί με το αφεντικό του κλέβει τον τιποτένιο μισθό των εργατών και εσύ, που έτρεφες τόσες ελπίδες γι’ αυτούς τους νέους, συλλογιέσαι τώρα τη θλιβερή αντίφαση που υπάρχει ανάμεσα στη ζωή σου και στο ιδανικό σου.

Ακόμα συλλογίζεσαι αυτή την αντίφαση, αλλά προμαντεύω ότι το πολύ σε δύο χρόνια, αφού θα έχεις υποστεί τη μια απογοήτευση μετά την άλλη, θα βάλεις τους αγαπημένους σου συγγραφείς στο ράφι και θα καταλήξεις να πεις ότι ο Τέλλος ήταν αληθινά ένας πολύ τίμιος άνθρωπος, αλλά πέρα από αυτό τίποτε άλλο: ότι η ποίηση αποτελεί μια πρώτης τάξεως απασχόληση για τις ώρες της ανάπαυσης, ιδιαίτερα όταν ένας άνθρωπος διδάσκει τη μέθοδο των τριών όλη την ημέρα, αλλά, παρ’ όλα αυτά, οι ποιητές αεροβατούν πάντα και οι στίχοι τους δεν έχουν καμία σχέση με τη σημερινή ζωή ούτε με την επόμενη επίσκεψη του σχολικού επιθεωρητή.

Ή, από την άλλη μεριά, τα όνειρα της νιότης σου θα γίνουν οι ακλόνητες πεποιθήσεις της ώριμης ηλικίας σου. Θα θέλεις να υπάρχει μια πλατιά, ανθρώπινη εκπαίδευση για όλους, μέσα στο σχολείο και έξω από αυτό και βλέποντας ότι αυτό είναι αδύνατο μέσα στις συνθήκες που επικρατούν, θα χτυπήσεις τα ίδια ακριβώς τα θεμέλια της αστικής κοινωνίας.

Τότε, διωγμένος καθώς θα είσαι από το Υπουργείο Παιδείας, θα εγκαταλείψεις το σχολείο σου και, προσχωρώντας στο στρατόπεδό μας, θα γίνεις ένας από μας. Θα πεις σε ανθρώπους, που είναι μεγαλύτεροι από σένα αλλά που έχουν πετύχει λιγότερα στη ζωή τους, πόσο δελεαστική είναι η γνώση, πώς όφειλε να είναι η ανθρωπότητα, αλλά και τι θα μπορούσαμε να είμαστε. Θα έρθεις και θα εργαστείς με τους επαναστάτες για τον ολοκληρωτικό μετασχηματισμό του επικρατούντος συστήματος. Θα αγωνιστείς δίπλα μας, για να πετύχουμε την αληθινή ισότητα, αδελφότητα και την ατελείωτη ελευθερία για όλο τον κόσμο.


Peter Kropotkin