Sunday, June 25, 2017

Η Αναζήτηση του Αβερρόη

Αγαπητό μου Ημερολόγιο,

συνεχίζοντας ακάθεκτος την ανάγνωση του Μπόρχες, δίχως να πτοούμαι από την προσωπική ανεπάρκεια, χανόμουν όλο και βαθύτερα στην ανεξάντλητη φαντασία του, όμοια σα να βυθιζόμουν σε κάποιον απ' τους αμείλικτους λαβύρινθους που τόσο αγαπούσε. Μ' αυτά και μ' εκείνα, έφτασα κάποτε και στο παρακάτω απόσπασμα (Άπαντα Τα Πεζά Ι, Εκδ. Πατάκη, σελ. 383) :
«
Ύστερα από κάποιον δισταγμό, ο Αμπουλκάσιμ μίλησε.

" Όποιος διατρέχει κλίματα και πολιτείες " αποφάνθηκε με στόμφο " βλέπει πολλά αξιόπιστα πράγματα. Να, όπως αυτό, για παράδειγμα, που το 'χω αφηγηθεί μονάχα μια φορά, στον βασιλιά των Τούρκων. Συνέβη στο Σιν Καλάν [Καντόνα], εκεί όπου ο ποταμός του Νερού της Ζωής χύνεται στη θάλασσα ".

Ο Φαράχ τον ρώτησε αν αυτή η πολιτεία ήταν πολύ μακριά από το τείχος που είχε ορθώσει ο Ισκάνταρ Ζουλ Καρναΐν [ο Αλέξανδρος ο Δίκερως ο Μακεδών] για να αναχαιτίσει τους Γωγ και Μαγώγ.

" Έρημοι είν' ανάμεσά τους " είπε ο Αμπουλκάσιμ, με απροσποίητη ακαταδεξία. " Σαράντα μέρες θα 'κανε μια κάφιλα [καραβάνι] μέχρι να δει τους πύργους στον ορίζοντα, κι άλλες τόσες, καθώς λένε, για να φτάσει. Στο Σιν Καλάν, δεν άκουσα να γίνεται λόγος για κανέναν που να τα 'χει δει ή να 'χει δει κάποιον που να τα 'χει δει "

»
Έπιασα τώρα να σκέφτομαι πως γίνεται κάποιος να βλέπει πύργους στον ορίζοντα, όντας ακόμα στα μισά της διαδρομής; Δεδομένης μάλιστα της γήινης καμπυλότητας, το ύψος τους θα έπρεπε να ξεπερνάει κάθε φαντασία, συν πλην μερικά χιλιόμετρα. Τα έβαλα κάτω, έπιασα και το απροσμέτρητο Γούγλιον παραμάσχαλα, τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, συμμάζεψα τα παρακάτω...

- α -

Καταρχάς, τι σημαίνει ορίζοντας για ένα πεζοπόρο; Ο παλιόφιλος Phil Plait του Bad Astronomy αναρωτήθηκε κάποτε το ίδιο. Έπιασε κι έκανε, λοιπόν, εδώ όλους τους απαραίτητους υπολογισμούς, γλιτώνοντας εμάς τους υπόλοιπους από αντίστοιχους κόπους. Μεταφέρω εδώ τον τελικό του πίνακα.


Για να στρογγυλέψουμε κάπως τα συμπεράσματα, ας υποθέσουμε ότι ο παρατηρητής μας βρίσκεται πάνω στη ράχη μιας καμήλας κι ακόμη καλύτερα κι οι δύο μαζί βρίσκονται στην κορυφή ενός μικρού αμμόλοφου. Ας τα συμπυκνώσουμε όλα ετούτα, ας πούμε στα 8 μέτρα, για προφανείς λόγους, όπως φαίνεται κι από τον πίνακα, οπότε στην περίπτωσή μας η οριζόντια ορατότητα μόλις που ξεπερνά τα 10 χιλιόμετρα. Ωραίο, στρογγυλό δεκαράκι.

- β -

Στη συνέχεια, ημερολόγιό μου, ασχολήθηκα με το θέμα της ταχύτητας. Πόσο γρήγορα κινούνταν τα καραβάνια, την εποχή εκείνη; Τι να λέμε τώρα, οι παράμετροι είναι πολλές: ο αριθμός των μελών, το είδος του εδάφους, η διαθέσεις του καιρού, όρεξη να 'χεις να απαριθμείς αντιξοότητες σε μια εποχή, που όλος ο κόσμος έμοιαζε μια γκρίζα ζώνη (πόσο έχει αλλάξει, άραγε, από τότε;).

Παρένθεση. Διαβάζω κάπου, πως ένα καραβάνι δε μπορεί να κινείται ταχύτερα απ' το βραδύτερο μέλος του. Τι όμοφη αλληγορία για μια κοινωνία, έτσι δεν είναι; Αν θέλει, φυσικά, ν' αξίζει τ' όνομά της. Κλείνει η παρένθεση.

Ανακλώμενος από τη μια ιστοσελίδα στην άλλη άρχισα να κατασταλλάζω σε κάποια νούμερα. Μια παραπομπή στην Wikipedia αναφέρει κάτι μεταξύ 16 και 40 χιλιομέτρων. Κάπου αλλού διαβάζω ότι ότι ο λεγόμενος "Δρόμος του Μεταξιού" - δεν ήταν στην πραγματικότητα ένας δρόμος αλλά ένα σύμπλεγμα δρόμων, ένας αχανής λαβύρινθος δηλαδή - είχε μήκος 7000 μιλίων κι ένα καραβάνι χρειαζόταν περίπου 2 χρόνια πορείας, αλερετούρ. Σκύβω στο κομπιουτεράκι κι εκείνο μου ψυθιρίζει 9.6 μίλια τη μέρα, όπερ σημαίνει 15 κόμμα κάτι χιλιόμετρα. Συνεπέστατο. Όχι το κομπιουτεράκι, το καραβάνι.

Απ' όλες αυτές τις σκέψεις, κρατώ ένα στρογγυλό 20, που στέκει με δικαιοσύνη τόσο απέναντι στις άεργες μέρες μιας αδήριτης λαίλαπας, όσο και στους χαρούμενους τροχασμούς των δροσερών πεδιάδων.

- γ -

Η Καντόνα, σήμερα ονομάζεται Κουανγκτσόου κι αλλού θα τη συναντήσεις ως Kwangchow, αλλού πάλι ως Guangzhou. Είναι απλωμένη σχεδόν 45° βορειοδυτικά του Χονγκ Κονγκ, στις όχθες του ποταμού Τσου Τσιάνγκ (Zhujiang). Στην πραγματικότητα, άμα χαζέψεις τους χάρτες, ο Ποταμός Τσου (γιατί "τσιάνγκ" σημαίνει ποταμός), αν εξαιρέσεις κάποιους βασικούς άξονες, είναι ένα πλέγμα άπειρων σχισμών και τομών, ένας συγκεχυμένος υδάτινος λαβύρινθος (νάτος πάλι) κι η Καντόνα μια παραλλαγή Βενετίας της Άπω Ανατολής.

Τώρα, δε βρήκα πουθενά την ερμηνεία που αναφέρεται στις σημειώσεις του βιβλίου, πως δηλαδή Τσου Τσιάνγκ σημαίνει "ποταμός του Νερού της Ζωής". Βρήκα όμως ότι μεταφράζεται ως "Pearl River", δηλαδή "Μαργαριταρένιος Ποταμός" ή αν θέλετε "Σιντεφένιος", που μου φαίνεται πιο εύηχο - αν και το σιντέφι μόνο συνεκδοχικά σημαίνει μαργαριτάρι. Πρόκειται, λοιπόν, περί αβλεψίας, παρεξήγησης; Μήπως μερικούς αιώνες πίσω υπήρχαν προσωνύμια, που χάθηκαν μαζί με τις γενιές που τα φρόντιζαν; Μήπως ο Μπόρχες υπονοεί μια σύνδεση, που αγνοώ; ένα κάθετο άλμα απ' τα πέρατα των ανατολικών ερήμων στο χριστιανικό βάπτισμα ή σε κάποια αρχέτυπο αναγέννησης; Ποιος το ξέρει. Θα πρέπει να συνεχίσω στο ημίφως.

- δ -

Ο Αλέξανδρος ο Δίκερως και τα μιαρά γένη των Γωγ και των Μαγώγ στέκονται απείρως πιο προσιτά στον ταπεινό ερευνητή. Πληροφορία αμεσότερα προσβάσιμη, με το πρώτο εντερικό (enter) χτύπημα μαθαίνουμε ό,τι ακριβώς χρειαζόμασταν (κι ίσως ακόμα περισσότερα) : το τείχος του Ισκάνταρ γεννήθηκε κάποτε απ' τα χέρια του μεγάλου στρατηλάτη - λέει το Κοράνι - στον ίσκιο ή στην αγκαλιά της οροσειράς του Καύκασου.

- ε - 

Πλησιάζουμε ολοένα και πιο σιμά στο ζητούμενο. Μ' ένα μαγικό πρόγραμμα πλοήγησης (ή μήπως δεν είναι μαγεία ν' αγναντεύεις την υφήλιο, μέσα απ' το σπίτι σου;), χαράσσουμε χοντρικές γραμμές από τον Καύκασο ως την Καντόνα. Λαμβάνοντας επιπόλαια υπόψιν και τις οδούς του μεταξιού, καταλήγουμε (χοντρικά) άλλοτε στα 7400 κι άλλοτε στα 7800 χιλιόμετρα. Ας κρατήσουμε μια μέση λύση τα 7600.



Αν κι εξαρχής υφέρπει ένα βασικό, ιστορικό σφάλμα: οι περισσότεροι χάρτες υποδεικνύουν ως τέρμα των καραβανιών τη Σανγκάη, ενώ συνδέουν την Καντόνα με την Άπω Δύση περισσότερο ακτοπλοϊκά, παρά ηπειρωτικά. Η πραγματικότητα αρχίζει σιγά-σιγά ν' αντιστέκεται στο μύθο, μπορούμε όμως να τη διασκευάσουμε, χωρίς μεγάλη βλάβη της γενικότητας, όπως λένε οι τρελοί και οι απελπισμένοι. Ας βάλουμε τους ήρωές μας, ν' αφήνουν τις πλαγιές των όρων Κιλιάν κι αντί να συνεχίζουν προς τις ανατολικές ακτές, να κατηφορίζουν νότιο-ανατολικά, μέσα απ' τη Μεγάλη Πεδιάδα της Κίνας.

* * * * * * * * *

Καλό μου ημερολόγιο, ας τα βάλουμε τώρα όλα ετούτα κάτω, να τα μετρήσουμε και να τα συγκρίνουμε. Να δούμε αν οι σχέσεις τους επιβεβαιώνουν την αλήθεια ή την αλληγορία, η οποία δεν είναι παρά μια αλήθεια παράλληλη. Να εξετάσουμε έναν τουλάχιστον δρόμο, απ' τους πολλούς, που μπορεί ν' ακολουθήσει έκαστος, με την ιδιαίτερη διάνοιά του.

Σαράντα κι άλλες σαράντα μέρες πορείας με 20 χιλιόμετρα τη μέρα μας δίνουν 1600 χιλιόμετρα, δηλαδή πολύ λιγότερα από τα 7600 που χρειαζόμαστε. Ακόμα κι αν τραβήξουμε μια ευθεία, ίδια μαχαιριά, από Καύκασο πέρα ως πέρα στην Καντόνα, δεν πέφτουμε βήμα κάτω από τα 6800 χιλιόμετρα. Αντιστρόφως, αν έπρεπε να διανύσει κανείς όλη την απόσταση σε 80 μέρες θα 'πρεπε να προχωρά με ταχύτητα 95 χιλιομέτρων τη μέρα, πράγμα προφανώς εξωπραγματικό, ακόμα και για το ταχύτερο και ακμαιότερο φαρί.

* * * * * * * * *

Ας αφήσουμε, όμως, αριθμούς όπως το 7600 στην άκρη, από φόβο, καθώς ακόμη και οι μικρότερες κλίμακες στις οποίες θα εργαστούμε οδηγούν, ούτως ή άλλως, σε εξωπραγματικά αποτελέσματα. Ας δεχτούμε λοιπόν, για τις ανάγκες μας, πως πρέπει να διανυθούν 1600 χιλιόμετρα και σε καμία περίπτωση τα σχεδόν πενταπλάσια. Όταν διακρίνουμε πια τις πρώτες κορυφές των πύργων του Σιν Καλάν στο βάθος του ορίζοντα - ή έστω τις σημαίες των αυτοκρατόρων να κυματίζουν περήφανα - βρισκόμαστε πια, σύμφωνα με το αφήγημα, στα μισά της διαδρομής. Μας απομένουν ακόμα 800 χιλιόμετρα. Ας δεχτούμε εδώ ότι σε ίσα χρονικά διαστήματα, διανύουμε ίσα διαστήματα, άρα είμαστε όντως στα μισά. Σκάρωσα το παρακάτω σχέδιο.

Μπορούμε να προχωρήσουμε σε μερικές παραδοχές ακόμη, δίχως μεγάλη βλάβη. Για παράδειγμα, το διάστημα ΗΒ είναι εξαιρετικά μικρό, οπότε μπορούμε να το θεωρήσουμε κατά προσέγγιση ίσο με το τόξο των 10 χιλιομέτρων. Επιπλέον, το τόξο των 800 χιλιομέτρων στην πραγματικότητα είναι 790, εφόσον προηγούνται και τα 10 χιλιόμετρα οριζόντιας ορατότητας. Αλλά να σκάσουμε, τώρα, για 10 χιλιόμετρα δεν είναι κάπως μικροπρεπές; ε καλό ημερολόγιο; Ας είναι. 800 χιλιόμετρα, λοιπόν, κατοχυρώθηκε στον κύριο με το σαρίκι και την κελεμπία.

Σειρά έχει ο τύπος, που μας δίνει το μήκος τόξου ή αντιστρόφως (εδώ) την επίκεντρη γωνία, η οποία βαίνει σ' αυτό:


Δουλεύοντας με λ = 800, π = 3.14, ρ = 6370 βρίσκουμε ότι μ° = 7.2°, το συνημίτονο της οποίας είναι 0.992 . Εργαζόμενοι στο τρίγωνο ΑΗΚ με τη βοήθεια του συνημιτόνου, βρίσκουμε εύκολα πως ΑΚ = 6421 χιλιόμετρα και κάτι φραγκοδίφραγκα. Με μια απλή αφαίρεση, καταλήγουμε ότι το ύψος των πύργων θα έπρεπε ν' αγγίζει τα 6421 - 6370 = 51 χιλιόμετρα!!! Είναι ασύλληπτο και μόνο να φανταστεί κανείς τα ενοίκια που θα έπαιζαν ειδικά στο ρετιρέ, όπου σχεδόν βέβαια κάποιος ισχυρός μάγος θα είχε εγκαταστήσει το παρατηρητήριο ή το καταφύγιό του. Φαντάζομαι θυμάσαι ότι στα 18 χιλιόμετρα αφήνουμε πίσω μας την Τροπόσφαιρα και τους τελευταίους απόηχους των καιρών και μπαίνουμε στην ανεμόεσσα Στρατόσφαιρα, η οποία με τη σειρά της ξεψυχά κάπου εκεί στο 50ο χιλιόμετρο ιλίγγου. Είχε κάτι τέτοιο στο μυαλό του ο Μπόρχες; Μάλλον χλώμο. Χλωμό, καθώς θα 'πρεπε τότε να δεχτούμε ότι στο μυαλό του Μπόρχες και στο δικό μου ταπεινό φλοιό είναι δυνατόν να κατοικούν ή να περιδιαβαίνουν παρόμοιες συλλήψεις. Ύστερα και γιατί η δική μου προσέγγιση είναι απλά πεζή.



Θα μπορούσε κανείς να εκφέρει πολυποίκιλες ενστάσεις, όπως ότι για παράδειγμα η γη δεν είναι τέλεια σφαίρα. Αλλά το ταξίδι μας γίνεται σχεδόν παράλληλα στον ισημερινό, κατά μήκος ενός κύκλου που παραμένει σταθερός. Πιο σοβαρές αντιρρήσεις, θα είχαν ως στόχο τις ταπεινές υψομετρικές μας φιλοδοξίες: προς τι ανάξιες καμπούρες, αντί περήφανων οροσειρών, αμβλείς αμμόλοφοι αντί σουβλερών κατάρραχων; Ακόμα κι έτσι, μια ματιά στον πίνακα αποστομώνει. Αν ήθελε κανείς να διακρίνει πύργους στα 800 χιλιόμετρα, δε θα του φτάνανε ένα Έβερεστ κι ο Καύκασος.

Τα νούμερα συνεχίζουν ν' αντιστέκονται, σε κάθε καινούργιο ανακάτωμα, σε κάθε νέα μαντεψιά. Στο σημείο αυτό, η δική μου σκέψη εξαντλείται, τα αποθέματα στερεύουν. Παραδίδω τη σκυτάλη μου στο Μπόρχες ή στο θεό ή στον αναγνώστη. Γιατί όμως, αγαπητό μου ημερολόγιο, θα 'πρεπε ο Μύθος σ' όλα του να 'ναι συνεπής; Πού θα 'βρισκε τότε να πιαστεί η όποια ερμηνεία, σε ποιο πρίσμα θα 'στηνε καταφύγιο το άπειρο; Ή κι αντιστρόφως αν το θες: απαιτώντας τη συνέπεια του μύθου (αλλυσοδένοντάς τον, δηλαδή, σε μια ερμηνεία) πώς θα γλιτώναμε το αληθινό από τα χέρια της συνέπειας, πώς θα σώζαμε τις πραγματικότητες;

Θέλω να πω, ημερολόγιο: μ' ένα ζευγάρι μάτια μοναχά, πόσες όψεις φαντάζεσαι θα είχε τότε ο κόσμος;

Wednesday, June 14, 2017

Φούνες, ο Μνήμων

Αγαπητό μου ημερολόγιο,

τον τελευταίο καιρό έχω πιάσει πάλι στα χέρια μου τα Άπαντα του Μπόρχες, αδικο-παρατημένα από το περσινό καλοκαίρι. Ξέρω πολύ καλά γιατί, τόση αμέλεια. Το ίδιο κάνω πάντα, κάθε φορά που διακρίνω τη λάμψη μια ασυγκράτητης πυρκαγιάς, έτοιμης να μου χυμήξει απ' τις σελίδες. Θέλω το χρόνο μου. Περιμένω την κατάλληλη εκείνη στιγμή, όταν θα 'χει πια συσσωρευτεί ο απαραίτητος σεβασμός, για να ριχτώ στις φλόγες. Να μείνεις απλά καψαλισμένος, όταν τα πάντα γύρω γίνονται στάχτη, είναι μια χαμένη ευκαιρία, μια ήττα.

Σχεδόν κάθε αφήγημα του Μπόρχες είναι μια μικρή αποκάλυψη, που πίσω της κρύβει μια δεύτερη και μια τρίτη και ίσως εις το διηνεκές. Οι πολλαπλές αυτές αντανακλάσεις, απαιτούν και πολλαπλές αναγνώσεις (ή γνώσεις) κι εγώ, ο έρημος, ακόμα σκουντουφλώ και σέρνομαι στην πρώτη. Σήμερα, θα μοιραστώ μαζί σου ένα εκπληκτικό απόσπασμα, από τη σύντομη ιστορία "Φούνες, ο Μνήμων". Στη σελίδα 228, λοιπόν, διαβάζουμε τα εξής ...

" Μέσα στο σκοτάδι, η φωνή του Φούνες συνέχιζε να μιλά.

Μου είπε πως, γύρω στα 1886, είχε μηχανευτεί ένα πρωτότυπο σύστημα αρίθμησης και πως, σε πολύ λίγες μέρες, θα 'χε ξεπεράσει το είκοσι τέσσερις χιλιάδες. Δεν το 'χε γράψει, γιατί το 'χε σκεφτεί μία φορά, κι αυτό αρκούσε για να μην το ξεχάσει ποτέ. Νομίζω πως το πρώτο του ερέθισμα ήταν η δυσαρέσκεια που είχε νιώσει όταν σκέφτηκε ότι για τους τριάντα τρεις πρωτεργάτες της Ουρουγουάης απαιτούνται δύο σύμβολα και δύο λέξεις, αντί για μία μόνο λέξη κι ένα μόνο σύμβολο. Στην συνέχεια, εφάρμοσε αυτή την εξωφρενική μέθοδο και στους άλλους αριθμούς. Αντί να λέει επτά χιλιάδες δεκατρία, έλεγε (λόγου χάρη) Μάξιμο Πέρες ∙ αντί για χίλια δεκατέσσερα, Ο σιδηρόδρομος ∙ άλλοι αριθμοί του ήσαν: Λουίς Μελιάν Λαφινούρ, Ολιμάρ, θειάφι, μπαστούνια, η φάλαινα, το γκάζι, τα καζάνι, Ναπολέων, Αγουστίν ντε Βεδία. Αντί να λέει πεντακόσια, έλεγε εννέα. Κάθε λέξη σηματοδοτούσε κάτι ιδιαίτερο, είχε το δικό της διακριτικό ∙ οι τελευταίες ήταν πολύ περίπλοκες ... Προσπαθούσα να του εξηγήσω πως αυτή η ραψωδία από ασυνάρτητες εκφράσεις ήταν το ακριβές αντίθετο ενός συστήματος αρίθμησης. Του είπα πως το να λες 365 είναι σαν να λες τρεις εκατοντάδες, έξι δεκάδες, πέντε μονάδες: η ανάλυση αυτή δεν υπάρχει στους "αριθμούς" Ο νέγρος Τιμόθεος ή Κουβέρτα από σάρκα. Ο Φούνες δε με κατάλαβε ή δεν ήθελε να με καταλάβει. "

[ Χόρχε Λούις Μπόρχες, Άπαντα τα Πεζά (Ι), Εκδόσεις Πατάκη ]


Στις σημειώσεις τους τέλους, μαθαίνουμε για τους τριάντα τρεις πρωτεργάτες της Ουρουγουάης: πρόκειται για τριάντα τρεις ήρωες που, το 1825, ηγούμενοι από τον Ορίμπε, ξεσήκωναν τους Ουρουγουανούς να πολεμήσουν για να διώξουν τον βραζιλιάνο κατακτητή. Τι ακριβώς, λοιπόν, εννοεί ο Φούνες (ή ο Μπόρχες) όταν τους υποκαθιστά με ένα μόνο σύμβολο και μία μόνο λέξη; Εννοεί 3 Ουρουγουάη, 3 Ορίμπε; ή κάτι άλλο;

Και τι γίνεται με τις υπόλοιπες λέξεις; Ποιος αριθμός, για παράδειγμα, είναι ο "Ναπολέων"; Είναι το 1769, έτος που γεννήθηκε ο μεγάλος στρατάρχης ή μήπως το 1821, το αντιδιαμετρικό του; Είναι τα 6 χρόνια που παρέμεινε στην εξορία, μέχρι το θάνατό του, ή μήπως οι 60 μέρες του ταξιδιού ως την Αγία Ελένη; "Η πραγματική μου δόξα δεν είναι ότι κέρδισα 40 μάχες" λέει εξόριστος πια ο Ναπολέων (θα μπορούσε, λοιπόν, ο "Ναπολέων" να είναι 40;) και συνεχίζει "Το Βατερλώ θα σβήσει την ανάμνηση τόσων πολλών νικών [ ... ] Αυτό που τίποτε δε μπορεί να καταστρέψει, αυτό που θα ζει για πάντα, είναι ο Κώδικάς μου" (ή μήπως ο "Ναπολέων" είναι τα 2281 άρθρα του δοξασμένου Κώδικα;). Ίσως να μη μάθουμε ποτέ. Θα μπορούσε να είναι ένας απόλυτα προσωπικός συνειρμός του Φούνες: το πλήθος των φύλλων ενός δέντρου απέναντι απ' το παράθυρό του, σαν πρωτοδιάβασε για το Γάλλο αυτοκράτορα, ίσως το πλήθος όλων των πληθών των φύλλων, που γέννησε ποτέ το δέντρο, ως τη στιγμή εκείνη, ίσως πάλι ο αριθμός των παλμών της καρδιάς του ή το ανοιγόκλεισμα των φλεβάρων, όσο διάστημα περιδιάβαινε στις σελίδες της Ιστορίας.

Σε μια επιφανειακή κι ανώδυνη αναζήτηση, δεν κατάφερα να βρω μιαν άκρη, πέραν δηλαδή από αυτό το όμορφο άρθρο για τη σχέση του Μπόρχες με τα Μαθηματικά. Μου φαίνεται απίθανο, άλλος κανείς να μην αναρωτήθηκε ποτέ για το αριθμητικό σύστημα του Φούνες και τις φτωχές ενδείξεις, με τις οποίες μας καταδέχεται ο αφηγητής. Τι σήμαινε για τον Μπόρχες ο Λουίς Μελιάν Λαφινούρ; Ποιος αριθμός ήταν η "φάλαινα"; Γιατί το πεντακόσια ήταν εννέα; Αδυνάτω να φανταστώ ότι η αβυθομέτρητη ευφυία του Μπόρχες θα καταδεχόταν μια επίπλαστη τυχαιότητα, μια αυθόρμητη επινόηση δίχως ριζώματα και μπολιάσματα. Ποιος ξέρει;

Ένα είναι βέβαιο, πως συνεχίζοντας το μαγικό μου ταξίδι στον κόσμο και στο μυαλό του Αργεντίνου δημιουργού, θα μου δοθούν πολλές αφορμές να μιλήσω για μαθηματικά. Αυτό που δεν είναι βέβαιο, στο παραμικρό, είναι κι αν τελικά θα το κάνω. Μέχρι τότε, καλή συνέχεια.