Saturday, May 16, 2020

Καθένας με την τρέλα του

Αγαπητό Ημερολόγιο,

θα μπορούσα να είμαι προσβλητικός με αναρίθμητους τρόπους για τα διάφορα πολιτικώς ορθά τυπάκια που έχουν κατακλείσει τον κοινωνικό χώρο και μας κουνάν το δάχτυλο, εφόσον δεν έχουν σκεφτεί αποδοτικότερους τρόπους χρήσης του, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι τόσο εύκολο να ευτελίσεις τον άνθρωπο ή την κουβέντα (ήδη ξεκίνησα), οπότε θα προτιμήσω ν' αποφύγω τα πολλά-πολλά. Στο καλό lisari είναι και πάλι που 'χα πέσει, πριν καιρό, σε τούτη την ανάρτηση. Να πούμε την αλήθεια, αυτή χαριτωμένη και τόσο ζουμερή ιδέα του Μάκη Χατζόπουλου (ή όποιου συνεργάτη του), να συλλέξει δηλαδή μερικά απ' τα μαθηματικά μαργαριτάρια τα οποία απαντούν στην καθημερινή ειδησεογραφία ή αλλού, έχει θαρρώ πολύ ενδιαφέρον κι αν δεν μ' έχουν προλάβει ήδη σκέφτομαι μήπως ξεκινήσω ένα καινούργιο blog που ν' αφορά κυρίως αυτό. Φυσικά με τον απαραίτητα πικάντικο σχολιασμό! Ημερολόγιο, τι περισσότερο έχουν δηλαδή όλοι ετούτοι οι φιλόλογοι οι οποίοι - ζωή να 'χουν - έχουνε γεμίσει τον τόπο με fora και κουβέντες για τη γραμματική μας άγνοια και άλλες γλωσσικές ακηδίες;

Μέσα σ' όλα λοιπόν, διαβάζει κανείς και για τούτη την ανοιχτή επιστολή κάποιου Αντώνη Τσολομύτη προς την Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία. Είναι αλήθεια πως ο καλός Χατζόπουλος είναι ιδιαίτερα μετρημένος κι ευγενής απέναντί του χαρακτηρίζοντάς τον «συμπαθή καθηγητή», όταν ο χαρακτηρισμός «εμπαθής καθηγητής» θα 'ταν πιο ταιριαστός για την περίπτωσή του. Εγώ δε θα 'μαι και τόσο ευγενής απέναντί του. Τώρα συμβαίνει όλοι οι άνθρωποι να 'μαστε γεμάτοι αντιφάσεις, οπότε ένα υποσύνολο αυτού του τύπου πιθανότατα να είναι όντως συμπαθές, όπως επισημαίνεται και στο lisari. Ένα άλλο υποσύνολο, ωστόσο, δεν είναι και τόσο αξιέπαινο. Και καλώς λαβαίνει τον κόπο και του απαντά με το γάντι η Ε.Μ.Ε. γιατί διαφορετικά «δώσε θάρρος στο χωριάτη να σ' ανέβει στο κρεβάτι». Προσωπικά δε θα κάτσω ν' ασχοληθώ εδώ με την τρικυμία εν κρανίω κάθε συφοριασμένου. Θ' αρκεστώ να επισημάνω τα παρακάτω σημεία και κατόπιν θα την κάνω, καλό μου Ημερολόγιο.

1. Είναι σωστό, όταν κανείς αναπαράγει απόψεις αλλωνών όχι μόνο να τοποθετεί εισαγωγικά όπου χρειάζεται, μα επιπλέον να μεταφέρει όπου είναι δυνατόν και τις πηγές του, έστω κι αν αυτές είναι δευτερογενείς και έμμεσες. Σε τούτο η εργασία των μαθητών σ' ένα βαθμό αποτυγχάνει, αλλά μην κάνουμε το τόσο ΤΟΣΟ σα να παίζαμε σ' ερωτική ταινία. Άμα δηλαδή η συμπεριφορά των παιδιών ή των επιβλέποντων καθηγητών δε πληροί τις προδιαγραφές ISO 9001, ε τότε, ας μην τους εγκρίνουμε το διδακτορικό κι ας δώσουν τα πρώτα πανελλήνιες κανονικά, μαζί με την πλέμπα, κι ας στείλουμε τους δεύτερους σε μια βραχονησίδα να διδάσκουν τα μπαρμπούνια και τις φώκιες. Αλλά για να θυμηθούμε και μιαν έκφραση της εποχής μου, πρέπει να είναι εντελώς γκάου-μπίου κανείς, ώστε να μην καταλαβαίνει πως στο κείμενο του Ευκλείδη Α΄ μεταφέρονται απόψεις (έστω και καλά) των Πυθαγορείων ή άλλων και δεν αποτελούν κρίσεις κι ερμηνείες των συντακτών. Μ' ακόμη κι έτσι, για ένα νου υγιή κι απροκατάλυπτο είναι φως φανάρι πως οι εκφράσεις «αγαθός» και «φαύλος» αποτελούν αλληγορίες κι όχι κυριολεξίες ή καθαυτές κοινωνικές προβολές! Ακόμα κι αυτοί οι πυθαγόρειοι ηθικοί κανόνες ήταν καθαρές αλληγορίες, την ερμηνεία πολλών απ' τις οποίες μπορεί να μελετήσει ως κι η κουτσή Μαρία στο ιστορικό γιουσουρούμ του Διογένη του Λαέρτιου. Πραγματικά, αν ο Πυθαγόρας γνώριζε το «συμπαθή» Τσολομύτη θα τον άφηνε μια ζωή μετεξεταστέο στους «ακουσματικούς».

Εδώ, βεβαίως, συμβαίνει και μια άλλου τύπου λογική παρανόηση ή παράλογη εννόηση: όταν αποδίδουμε κάποιες ιδιότητες, οι ιδιότητες αυτές συναρτώνται πρωτίστως με το αντικείμενό τους κι όχι απαραίτητα μεταξύ τους. Για παράδειγμα, μια δροσερή, κόκκινη και ζουμερή ντομάτα δεν υποδεικνύει σχέση μεταξύ υγρασίας, ερυθρότητος και ζουμοσύνης, με άλλα λόγια δεν είναι δροσερό ό,τι κόκκινο, ούτε κάθε ζουμί δροσάτο. Παρομοίως, αν ένας άρτιος αριθμός είναι θηλυκός, φαύλος κι απεριόριστος (κατά τους πυθαγορείους) τούτο δε σημαίνει πως η θηλυκή ουσία είναι φαύλη, μήτε πως η φαυλότητα είναι απεριόριστη. Αυτές οι οριζόντιες συνδέσεις κι ερμηνείες συμβαίνουν μόνο στο νου εκείνων που απέχουν, αν όχι παρασάγγες, τουλάχιστον τρία οικοδομκά τετράγωνα από τη λογική.

2. Είναι αλήθεια πως ο εν λόγω καθηγητής παραθέτει τη βιβλιογραφία του στο τέλος της επιστολής. Ναι. Μάλιστα. Τέσσερις φτωχές παραπομπές συνιστούν το οπλοστάσιο του ερευνητικού του κόπου, πριν αναλάβει το θάρρος ή το θράσος της επιστολής του. Η αμβλύτητα της επιθετικής του αιχμής αποπνέει την κακομοιριά της προχειρότητας και της βιασύνης. Όπως ακριβώς, δηλαδή, συμπεριφέρονται οι άνθρωποι εκείνοι που 'ναι προκατειλημμένοι, που τους ενδιαφέρει περισσότερο ν' αποδείξουν εκείνο που 'χουν στον εγκέφαλο παρά να καταλήξουν (από κοινού) σε μια (κάποιαν) αλήθεια. Και οι οποίοι θαρρούν πως οι πέντε τρίχες γνώσης που κουβαλάνε στο κρανίο, τα τρεισήμισι βιβλία που διαβάσανε κι εκείνο το άρθρο στην εφημερίδα πρόπερσι, εξαντλούν όλη τη γνώση του κόσμου και τίποτες περισσότερο δεν απόμεινε στον κόσμο να τους πει. Στις παραπομπές του, συναντούμε φυσικά λίγο Αριστοτέλη, μα ούτε κουβέντα Πορφύριου κι Ιάμβλιχου ή άλλα βασικά. Μα συναντούμε συγκεντρωτικά βιβλία ακαδημαϊκών, που είναι και λογικό, εφόσον όλοι εμείς οι ημιμαθείς προσφεύγουμε συχνά στην αυθεντία. Για τον προσεχτικό, ωστόσο, ερευνητή υπάρχουνε πάντα κρυμμένες τάφροι και στοιχήματα. Γιατί ο άνθρωπος που έχει υποτυπώδη εμπειρία μελέτης δε στηρίζεται ποτέ με τρόπο απόλυτο στις μετεγραφές άλλων - ίσως μόνο από έλλειψη πόρων - κι ανατρέχει κατά το δυνατόν και εν ευθέτω χρόνω στα πρωτότυπα κείμενα. Και τούτο, για τον απλό λόγο πως εκείνος που μελετά μ' αληθινή δίψα έχει καεί πολλάκις στην ανεπάρκεια και τις παραλείψεις των μεταφράσεων από γλώσσα σε γλώσσα, από εποχή σε εποχή, από πολιτισμό σε πολιτισμό κι από συγγραφέα σε συγγραφέα κι έχει γνώση των παγίδων. Ειδικά στην περίπτωση των ελλήνων φιλοσόφων, όπου υπάρχει το γλωσσικό πλεονέκτημα, η άμεση προσέγγιση είναι ευκολότερη και συχνά ιδιαίτερα κερδοφόρα κι αποκαλυπτική.

Χαρακτηριστική ένδειξη ότι ο Τσολομύτης βαρέθηκε να ψάξει αρκετά ή δεν είναι στο ήθος του να κουράζει και ν' αμφιβάλλει εαυτόν, μόνο να τον επικυρώνει, είναι και το γεγονός πως σε μια δική μου επιφανειακή αναζήτηση, μόλις απ' την πρώτη σελίδα ευρημάτων της Google έπεσα πάνω σε τούτον τον καθηγητή του Ε.Κ.Π.Α. Χαράλαμπο Σπυρίδη, ο οποίος στην εργασία του «Πλάτωνος αλληγορία περί αγαθογονίας και κακογονίας» αν μη τι άλλο μας φανερώνει μια πιθανή πηγή για την «αγαθότητα» και τη «φαυλότητα» της εργασίας του Λακώνων μαθητών. Μάλιστα, πολύ αργότερα, σα διάβασα την απάντηση της Ε.Μ.Ε. την οποία ως τότε αγνοούσα διαπίστωσα πως όμοια κι εκείνοι αναφέρονται στον καθηγητή Σπυρίδη. Να ομολογήσουμε, ωστόσο, ότι κι αυτός ο Σπυρίδης δεν παραθέτει ακριβές απόσπασμα όσον αφορά στην επίμαχη ορολογία, όταν παραθέτει πληθώρα αποσπασμάτων σε άλλες περιπτώσεις. Προφανώς γιατί δεν είναι εμπαθής ο άνθρωπος και τον ενδιαφέρει να μελετήσει ένα συγκεκριμένο ζητούμενο κι όχι να την «πει» στους πλατωνιστές, τους πυθαγοριστές ή τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ. Τώρα δε θα κάτσουμε να κάνουμε διδακτορικό για χάρη του Τσολομύτη - μπορεί όμως να κάνουμε για πάρτη μας - αλλά νομίζω πως ήδη ακυρώθηκε περίτρανα (και δίχως ιδιαίτερο κόπο) η πομπώδης διαπίστωση του προηγούμενου πως «τα περί αγαθότητας και φαυλότητας είναι άγνωστα στην επιστημονική βιβλιογραφία». Αν έχει παράπονα ας τα στείλει στον Σπυρίδη ή στον πνευματικό του αντί να ζαλίζει την Ε.Μ.Ε. ή τους αναγνώστες του Alfavita.

3. Δείγμα εμπάθειας και υστεροβουλίας αποτελεί ακόμη κι η αναχρονιστική κριτική, να προβάλλει δηλαδή κανείς τα ηθικά κριτήρια της εποχής του (ή άλλης) δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν, αναζητώντας δείγματα ομοφοβίας ή μισογυνισμού στην αρχαία Ελλάδα, στο έπος του Γκιλγκαμές ή την αυτοκρατορία των Ζουλού, κοινωνίες δηλαδή οι οποίες κληρονόμησαν διαφορετικές δομές και διαχειρίζονταν διαφορετικές προϋποθέσεις και συνθήκες. Για παράδειγμα η θέση της γυναίκας στην αρχαιότητα (όπως και σήμερα) δεν ήταν δείγμα μισογυνισμού αλλά κοινωνικής θέσμισης, όπως φυσικά δεν ήταν λεύτεροι ούτε κι αυτοί οι άνδρες (όπως και σήμερα) από τους κοινωνικούς τους ρόλους. Παρόλα αυτά, μέσα στα ιδιαίτερα εκείνα πλαίσια μπορούσε κάλλιστα να είναι κανείς ΚΑΙ μισογύνης, όταν δηλαδή η στάση του απέναντι στις γυναίκες υποβαλλόταν από άλλες αναγκαιότητες κι όχι τις κοινωνικές. Δείγμα προκατάληψης είναι και το γεγονός πως ο Τσολομύτης δε δίνει παντελώς καμία σημασία στην ταύτιση του αρσενικού με το περιορισμένο, ούτε του θηλυκού με το άπειρο, κάτι το οποίο - πάλι με σημερινούς όρους - είναι αντίστροφα σεξιστικό κι υποτιμητικό. Άλλα έτσι συμβαίνει, αν διάγει κανείς εν νω τρικυμιώδη, σπηλιάδα θα του 'ρθει από τη μια, σπηλιάδα από την άλλη, κάθε φορά βάνει πλώρη κατακεί που τόνε σέρνουνε τα κύματα, παρά η νηφαλιότητα κι η κριτική σκέψη.

Αυτά που λες Ημερολόγιο. Και, στο κάτω-κάτω της γραφής, πώς είναι τόσο σίγουρος, να 'ούμε, τούτος ο Τσολομύτης πως δεν τα 'λέγαν αυτά οι Πυθαγόρειοι; Αφού η διδασκαλία τους ήταν μυστική! Πούθε στα κομμάτια αντλεί τόση βεβαιότητα για οτιδήποτε γράφτηκε (ή δε γράφτηκε) ποτέ για δαύτους; Άμα είχε διάθεση κανείς να το αποδομήσει παραπέρα, θα ήταν σα να κλέβει κουφό τυφλό. Αλλά δε θα το κάνουμε γιατί πολύ περισσότερο κι από τον Τσολομύτη σεβόμαστε τους εαυτούς μας. Κι ούτε είμαστε, φυσικά, από εκείνους τους ανεκδιήγητους κουλτουριάρηδες που παλεύουνε να βγάλουνε κι από τη μύγα ξύγκι προκειμένου να κάνουν εντύπωση στ' άγουρα φοιτητόπουλα ή να γεμίσουν με σαβούρα τις προ-επαναστατικές φυλλάδες. Άντε και πολύ σημασία δώσαμε.

No comments :

Post a Comment