Friday, August 30, 2019

Απολογίας σκέψεις [#02]

Αγαπητό Ημερολόγιο,

συνεχίζοντας την Απολογία του G.H.Hardy, διαβάζουμε κάποτε και το εξής :

«Έτσι, τα ελληνικά Μαθηματικά είναι κάτι "μόνιμο", πιο μόνιμο και από την ελληνική Λογοτεχνία. Τον Αρχιμήδη θα τον θυμούνται ακόμη κι όταν ο Αισχύλος θα 'χει ξεχαστεί, επειδή οι γλώσσες παθαίνουν ενώ οι μαθηματικές ιδέες όχι. Η "αθανασία" μπορεί να είναι μια ανόητη λέξη αλλά, κατά πάσα πιθανότητα, ένας μαθηματικός έχει περισσότερες ευκαιρίες για ό,τι μπορεί αυτή να σημαίνει.» [Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ.60-61]

Βαριά κουβέντα Ημερολόγιο, μ' αντιλαμβάνεται κανείς το πνεύμα της αμέσως. Το ίδιο άμεσα, ωστόσο, αναδύεται η αντίδραση κι η δυσπεψία. Μια γωνιά στα σωθικά μου αντιστέκεται σε τούτη την παραδοχή. Δεν είμαι προφανώς φιλόλογος, διαφορετικά θα έγραφα λογοτεχνικό ημερολόγιο, μα έστεκα πάντοτε με την εντύπωση αυτή, πως δηλαδή κι η αρχαιο-ελληνική λογοτεχνία ασχολείται μ' εκείνο που 'ναι στον άνθρωπο θεμελιώδες και διαχρονικό. Οι γλώσσες κι αν πεθαίνουν, τα σημαινόμενα μπορούνε ν' αντιστέκονται, αν είναι δηλαδή από την ύλη εκείνη που φτιάχνονται οι κόσμοι. Κι η λογοτεχνία των αρχαίων νομίζω είναι από αυτή την ύλη. Το αθάνατο είναι αντικείμενο εξίσου της ελληνικής λογοτεχνίας και των ελληνικών μαθηματικών. Με την προϋπόθεση πως η κοινή μοίρα του θανάτου κι η επανάσταση του έρωτα δεν πρόκειται σύντομα ν' αλλοιωθούν από τους καταιγισμούς της επιστήμης και την αντικατάσταση της ανθρώπινης βιολογίας από ανοξείδωτα βιομηχανικά ανταλλακτικά, το πρόβλημα της ύπαρξης στέκει αιχμάλωτο του ίδιου ακριβώς χρόνου, που 'ναι δεμένο και το πρόβλημα της λογικής.

Τι ακριβώς έχει να ζηλέψει απ' την αιωνιότητα της Γεωμετρίας ή την πεισματική αντίσταση του Συνεχούς η διαχρονικότητα της Ύβρεως ή του Λόγου, το ακαταλάγιαστο πάλεμα της Εξουσίας με το Χρέος, η Δικαιοσύνη των θεών κι η αντίστοιχη μινιατούρα των ανθρώπων; Σε τι υστερεί η ανακάλυψη των ακατάβλητων δυνάμεων που πλάθουν το θνητό πεπρωμένο, από την ανακάλυψη του Πυθαγόρειου Θεωρήματος; Ποιος χρόνος ή χώρος κατάφερε ποτέ να οξειδώσει στο παραμικρό την ατσάλινη λάμψη, να κάμψει την ευθύτητα, ν' αβλύνει την κόψη ή να νοθεύσει την νοητική πυκνότητα και των δυονών; Αρχιμήδης κι Αισχύλος υπηρέτησαν τον ίδιο θεϊκό πυρήνα, μόνο που κοιτούσε ο ένας τον άνθρωπο στα χέρια, κοιτούσε ο άλλος τον άνθρωπο στα μάτια. Σα να λέμε : δεν είναι λιγότερο αθάνατος ο Προμηθέας απ' τα δώρα του.

Έτσι που λες, Ημερολόγιο. Ο Αρχιμήδης κι ο Αισχύλος δεν είναι παρά δυο ονόματα, ονόματα λαμπρά βεβαίως μα φτιαγμένα από την ίδια σκόνη με το δικό μου όνομα και το δικό σου. Κι αν ξεχαστεί ποτέ κανείς τους, κι αν πιάσουν να φθίνουν με τους αιώνες, συνθλιμένοι απ' την ανθρώπινη πυκνότητα και την ορμή, δεν έχει σημασία ποιος θα 'ναι πρώτος που θα χαθεί απ' τους ορίζοντες της μνήμης. Όχι, όσο θα εξακολουθούν οι άνθρωποι να κατακτούν συνώνυμα των ίδιων μυστικών, εις το διηνεκές. Κι αυτός που αμφισβήτησε την εξουσία άπαξ, στη βάση μιας αναγκαιότητας, την αμφισβήτησε για πάντα, εις τους αιώνας των αιώνων, και δεν έχει την παραμικρή σημασία αν τον βαφτίσαν Προμηθέα ή έχει όνομα κοινό πολύ. Μα έχει σημασία πως μίλησε την ίδια αθάνατη γλώσσα, μ' όλους εκείνους που πήραν κάποτε την απόφαση να σταθούν ορθοί. Όχι δεν είναι ο Αρχιμήδης πιότερο αθάνατος του Αισχύλου, όπως το Θεώρημα του Fermat δεν κατισχύει επί του χρόνου περισσότερο απ' όσο ο πρώτος άνθρωπος εκείνος που κοιτάξε το θεό στα μάτια, ίσα, και είπε «όχι».

Thursday, August 29, 2019

Απολογίας σκέψεις [#01]

Αγαπητό Ημερολόγιο,

δε χρειάζεται να διαβάσει κανείς περισσότερες από δυο-τρεις σελίδες της Απολογίας ενός Μαθηματικού, προκειμένου να συνειδητοποιήσει πως έχει να κάνει μ' έναν άνθρωπο παρατημένο στα χέρια της κατάθλιψης, έναν άνθρωπο που βιώνει το υπόλοιπο της ζωής του περισσότερο ως ήττα, παρά ως κατακλείδα μιας θαυμαστής εκστρατείας, ως επιστέγασμα μιας ασυνθηκολόγητης προσήλωσης, πλούσιας σε επιτεύγματα κι ανταμοιβές. Αυτός ο ευαίσθητος άνθρωπος που επιλέγει να βαφτίσει υποτιμητικά «απολογία» τον ανεκτίμητο θησαυρό, που 'ναι η κατάθεση ψυχής του κι η γυμνότητα της δημόσιας έκθεσης, παραγνωρίζοντας πως τα τελευταία συνιστούν μια μορφή υψηλής κατάκτησης (όχι όμως μαθηματικής), είναι καλό να διαβάζεται μ' επιφυλακτικότητα ως προς τη μιζέρια που διαπνέει το κείμενό του. Θα πρέπει δηλαδή να μην τον παίρνουμε στα πάντα του σοβαρά, περισσότερο όμως από ειλικρινή συμπάθεια (κι ίσως μια μορφή αγάπης, εξαιτίας όλων εκείνων που στερεί ο χρόνος απ' τον υπερήφανο νου), παρά από στενόκαρδη διάθεση να βάλουμε τα πράματα στη θέση τους. Κι ωστόσο, δίχως να παραγνωρίζουμε την πικρότητα ετούτης της αλήθειας - πως ενώ δηλαδή η Δημιουργία είναι ατελεύτητη, οι δημιουργοί είναι εφήμεροι - ετούτο το σύντομο σημείωμα αναφέρεται περισσότερο στην κριτική διάθεση του Hardy έναντι της πάσης φύσεως κριτικής. Μ' άλλα λόγια αφορά στις πρώτες δύο σελίδες της Απολογίας.

Παρά το γεγονός πως οι περισσότεροι έχουμε συμμετάσχει, περιστασιακά ή μόνιμα, στη γελοιοποίηση της φυσιογνωμίας ενός κριτικού, παρουσιάζοντάς τον ως γραφική - αν όχι αλαζονική - καρικατούρα ανθρώπου μονοδιάστατου ή ακόμα και ψυχικά ανάπηρου, θαρρώ πως η αληθινή φύση της κριτικής είναι ζωτικής σημασίας κι υποστηρίζει τη δημιουργία, περισσότερο απ' όσο μοιάζει να την αποκαθηλώνει. Γιατί συμβαίνει συχνά ο δημιουργός να υστερεί του δημιουργήματός του. Συμβαίνει συχνά ο δημιουργός να 'ναι ένας χαρισματικός μεσάζοντας - αλλά πάντα μεσάζοντας - του πνεύματος και των ιδεών, αδαής ως προς τις πραγματικές διεργασίες οι οποίες κρύβονται πίσω απ' τα φαινόμενα και τις προθέσεις του. Το λέει πολύ πετυχημένα τούτο κι ο Σωκράτης (δηλαδή ο Πλάτωνας)  στη δική του Απολογία :

« [...] Αλλ' εντρέπομαι αληθώς να σας είπω, ω άνδρες, την αλήθειαν. Όμως πρέπει να είπω αυτήν. Δηλαδή, δια να ομιλήσω με συντομίαν, όλοι σχεδόν εκείνοι, οι οποίοι παρευρέθησαν τότε εκεί εις την συνομιλίαν μας, αν τους ηρώτα κανείς, ημπορούσαν να απαντήσουν πολύ καλύτερα από αυτούς τους ίδιους ποιητάς περί των ποιημάτων, τα οποία οι ίδιοι είχον συνθέσει. Εγνώρισα λοιπόν και δια τους ποιητάς αμέσως αυτό, ότι όσα ποιήματα γράφουν, δεν τα γράφουν από σοφίαν των, αλλ' από κάποιαν φυσικήν των κλίσιν και από ενθουσιασμόν και έμπνευσιν ομοιάζουσαν απαράλλακτα με τον ενθουσιασμόν, από τον οποίον κυριεύονται οι θεομάντεις και οι χρησμωδοί ∙ διότι ωσαύτως και ούτοι, λέγουν μεν πολλά ωραία πράγματα, όμως δεν εννοούν κανέν από εκείνα, ατα οποία λέγουν. [...] » [Απολογία Σωκράτους, Μετ. Ν. Κουντουριώτου]

Το παραδέχεται, θαρρώ, κι ένας πιο σύγχρονος ποιητής μας, σε μια προς τιμήν του παρουσίαση - διάβασα κάποτε, μα δε θυμάμαι πού και ποιος - καθώς εκφράζει την έκπληξή του και το θαυμασμό, όταν του παρατίθενται ερμηνευτικές προτάσεις του έργου του π' ουδέποτε πέρασαν απ' το νου του. Ίσως λανθασμένα να αισθάνομαι πως ο δημιουργός στέκει πλησιέστερα στο Διόνυσο, ο κριτικός πλησιέστερα στον Απόλλωνα.

Μα την έχουμε ανάγκη την κριτική ετούτη, ακόμα κι αν είμαστε εμείς οι ίδιοι - κι όχι κανείς επαγγελματίας - που παλεύουμε ν' αποκαλύψουμε το γνήσιο πίσω από το φαινόμενο. Γιατί ο ενθουσιασμός του ποιητή - τουλάχιστον της εποχής μας - παραμένει διεργασία επτασφράγιστη, άθλος προσωπικός, ατομική χορογραφία, επικίνδυνο ξόρκι όπου το τρέμει μέχρι κι ο μάστοράς του. Μ' αν η προσωπική εμπειρία, το βίωμα, εξακολουθούν ν' αντιστέκονται στην τυποποίηση και τη μέθεξη, ο Λόγος δείχνει μεγαλύτερη συμπόνοια στην ανθρώπινη απόγνωση να κοινωνηθεί η ύπαρξη. Ο κριτικός, μέσω της στυγνής ή τρυφερής ανατομίας, παλεύει να συμπυκνώσει τα νεφελώματα των δημιουργών, να φτιάξει αρμούς και δοκάρια, να στήσει γιοφύρια πάνω απ' την άβυσσο, τη λύσσα και την έκρηξη, να φτιάξει ατραπούς για τις στρατιές εκείνων που επιθυμούν να είναι στο χαμό τους στρατηγοί (γιατί να υπάρχεις δεν είναι άλλο από ένας συνεχής χαμός), παρά βαζιβουζούκοι και πιόνια των περιστάσεων. Για να κερδίσει ο άνθρωπος ξανά την απώλεια του εαυτού του, απαιτούνται αμέτρητες ήττες πάνω απ' τις ίδιες λέξεις και φράσεις, ξανά και ξανά, ωσότου με ξώφαλτσες αστοχίες να πάρει λίγο-λίγο σχήμα ο ακατέργαστος πυρήνας του αισθήματος. Παλεύει ο κριτικός (νους) με τη γεωμετρία της ύπαρξης : μέσα απ' τη μεταβολή της επιφανειακής προοπτικής, να εικάσει το αληθινό σχήμα, τον όγκο και την ύλη που περιέχεται. Διαφορετικά, θα παραμέναμε αιωνίως ξένοι μεταξύ μας. Διαφορετικά, θα στηριζόμασταν μόνο στη σύμπτωση και την εξαίρεση, προκειμένου να μοιραστούμε, δυο διακριτοί άνθρωποι, το αυτό σκίρτημα ή τις συντεταγμένες.

Τέλος πάντων, αγαπητό Ημερολόγιο, νομίζω πως και ατός του ο δημιουργός κριτική ασκεί με κάθε επανάγνωση και κάθε ελάχιστη παρέμβαση. Άπαξ, ωστόσο, και λευτερωθεί το κτίσμα από το κτίστη του παύει να είναι κτήμα του κι ας χτυπιούνται ίσαμε χίλιοι πνευματικοί εισοδηματίες. Ορθότερα : τα πάντα ανήκουν στο δημιουργό εξίσου με τον οποιονδήποτε, ούτε λιγότερο, ούτε και περισσότερο. Η θέαση του κριτικού (πάντα, σαν είναι τίμια κι ειλικρινής) δε θα 'πρεπε να πουλιέται ούτε σεντ φτηνότερα σε σχέση με τη θέαση του δημιουργού - δίχως αυτό φυσικά να καθιστά ισοδύναμες τις δυο θεάσεις. Τις καθιστά ωστόσο ισάξιες : καθεμιά τους έχει να προσφέρει μια ρηξικέλευθη διαδρομή κι έναν ανεπανάληπτο αντικατοπτρισμό! Η μοναδικότητα του δημιουργού κορυφώνεται με την επίτευξη της μέγιστης δυνατής συνέπειας, της μέγιστης δυνατής σύγκλισης μεταξύ του ανέκφραστου, της άρρητης σύλληψης, και του ενσαρκωμένου, της υλικής δηλαδή δημιουργίας. Σ' αυτό το αντιπάλεμα που συνιστά κάθε δημιουργία και που δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια θεϊκή συνομωσία με θύμα τον άνθρωπο, δε χωρά ούτε τρίτος, ούτε τέταρτος, ούτε κανείς, πέραν απ' το δημιουργό και τ' αντικείμενό του. Στο κατόπι όμως των θαυμαστών ετούτων κάθε βοήθεια για κατανόηση πρέπει να θεωρείται θεμιτή, μα κι επιθυμητή. Μ' άλλα λόγια, κανείς δημιουργός δεν πρέπει να είναι περισσότερο επηρμένος απ' όσο του επιτρέπει τούτο το δώρο των θεών, θαρρώντας πως το χάρισμα της δημιουργίας είναι ισοδύναμο μ' αυτό της ερμηνείας.

Αγαπητό Ημερολόγιο, αν οι δημιουργοί μονοπωλούσανε τον κόσμο, ποιος τότε θα χαιρόταν με τα έργα τους; ποιος θα βάθαινε την κατανόηση του κόσμου, γυρεύοντας να μετρήσει τ' απροσμέτρητο; ποιος εντέλει θα κατέστρεφε τον δημιουργό για λευτερωθεί το έργο;